- μυλόλυση
- ηιατρ. πάθηση που χαρακτηρίζεται από διάβρωση τής μύλης τού δοντιού.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. mylolyse (< μύλη «το τμήμα τού δοντιού που δεν καλύπτεται από τα ούλα» + λύση)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.